Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Ο τρύγος στην Ριτσά - Το Καριώτικο οροπέδιο.

                                       Να χαμηλώναν τα βουνά,ν' αψήλων' η Καρέα
                                            ν' αγνάντευα το Κουλερό,την κορακοφωλέα!


Στα βορεινά της Καρέας,στην πλάτη της,υψώνεται το ψηλότερο βουνό της, ο Σωτήρας. Λίγο ανατολικώτερα,γύρω στα 800 μέτρα, βρίσκεται ένα μεγάλο οροπέδιο, η Ριτσά. Είναι ένα εντελώς απομονωμένο μέρος πού βλέπεις μόνο ουρανό και τα γύρω-γύρω βουνά. Με τα πόδια από την Καρέα ήταν μία ώρα περίπου κόντρα ανήφορος πάνω σε κακοτράχαλο γεμάτο πέτρες μονοπάτι.
Από την είσοδο τής Ριτσάς, τον Αη Βασίλη, αγναντεύεις την Μάνη αλλά και το Βαθύ στο Γύθειο.Η Ριτσά έχει ένα παράξενο αμμώδες κοκκινόχωμα και τα περισσότερα δένδρα της είναι φρύγανα, κουκουροβισιές, σκεντάμια, οξιές βελανιδιές και βέβαια όταν καλιεργούσαν οι Καριώτες τα ήμερα χωράφια της, είχε πολλές καρυδιές, αμυγδαλιές, συκιές και βέβαια αμπέλια. Γιατί κατά βάθος η Ριτσά ήταν ο κύριος αμπελώνας τής Καρέας.
Στην Ριτσά σπίτια δεν υπάρχουν. Μόνο ένας πέτρινος πύργος πού είναι δίπλα ακριβώς από το αμπέλι μας. Ηταν γιά τον φύλακα τών αμπελιών. Εκεί υπήρχε και ειδικός χώρος όπου πατούσαν τα σταφύλια όπου μετά μετέφεραν στο χωριό τον μούστο γιά να γίνει κρασί.
Στη μέση του οροπεδίου υπάρχει μία στέρνα γιά να μαζεύεται νερό τον χειμώνα ώστε να πίνουν οι στάνες των γιδιών το καλοκαίρι. Γύρω γύρω υπήρχαν γούρνες όπου γεμίζονταν με νερό από τούς τσοπαναρέους. Σήμερα σε όλη την περιοχή υπάρχει μόνο μία στάνη.

Κάθε Στέμπρη γινόταν ο τρύγος τών αμπελιών. Ολοι σχεδόν οι Καριώτες είχαν αμπέλι. Το δικό μας ήταν στα πάνω αμπέλια,κοντά με τού νονού μου τού Χαρίλη. Ανεβαίναμε πανέτοιμοι με τους μακαρίτες τους γονείς μου. Απαραίτητα μαζί και η γαϊδουρίτσα μας, με τις δύο τεράστιες κοφίνες κατασκευής της μανούλας μου, πάνω στο σαμάρι,αφού μεσα σε αυτές μεταφέρονταν τα τρυγημένα σταφύλια στο χωριό γιά πάτημα.
Ηταν μία "ιεροτελεστία" πού μού έχει μείνει αλησμόνητη. Υπέροχα τσουμπωτά ολόγλυκα μαυροστάφυλα και μοσχοστάφυλα κοβόντουσαν από τα κλίματα και έμπαιναν σε μικρά κοφίνια και μετά ριχνόντουσαν στις κοφίνες. Οταν αυτές γέμιζαν φορτωνόντουσαν στην γαϊδουρίτσα και ο υποφαινόμενος τις μετέφερε  στο σπίτι στην Καρέα γιά να πατηθούν. Επιστροφή στη Ριτσά καβαληκάδα βέβαια και ξανά μανά αυτό το πράγμα πέντ΄έξι φορές ανάλογα την σοδειά.
Το μεσημέρι, κάτω από την κουκουροβισιά τρώγαμε γιά να στυλωθούμε λίγο. Το τουλουμίσιο τυρί, οι ντομάτες σε μέγεθος μικρού πεπονιού απο το μποστάνι της μανούλας μου ζαχαρωτές και νοστιμώτατες, μερικά αυγά βραστά, λίγο σύγκλινο και μπόλικο καρβελίσιο ψωμί πού δεν ξεραινόταν ποτέ, ήταν μενού πού σήμερα δεν υπάρχει πουθενά.
Μιά μέρα περίπου (απ' ανατολή σε δύση) μάς έπαιρνε ο τρύγος. Πάντα βέβαια βρισκόταν και η ευκαιρία να πεταχτώ μέχρι την μεγάλη κουκουροβισιά γιά να σημαδέψω με το λάστιχο (σφεντόντα) κάναν ψίλο ή κάνα μουργάκι,μικρά ολόπαχα πουλάκια τού καλοκαιριού.
Εμπειρίες και αναμνήσεις ανεξίτηλες. Από μέρη πού πλέον δεν έχουν καμία σχέση με το παρελθόν τους, από εργασίες πού δεν επαναλαμβάνονται και από ανθρώπους πού δεν είναι κοντά μας.
Τις φωτογραφίες πού παραθέτω "τράβηξα" ακολουθώντας παλιά χνάρια και μονοπάτια.
Η Ριτσά βγάζει επίσης την καλύτερη και δριμύτερη σε μυρωδιά ρίγανη. Το δε χειμώνα τα καλύτερα άγρια χόρτα τα περίφημα καβουράκια. Αλλά γι αυτά θα γράψω σε άλλη ανάρτησή μου.
Π.Τζ
Υ.Γ=Από το υπέροχο βιβλίο τού Καριώτη Δημοσιογράφου Βάσσου Τσιμπιδάρου (ανεψιού τού επίσης Καριώτη ποιητή Γ.Φτέρη) με τίτλο "ΜΑΝΙΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ" σκανάρισα [4] σελίδες πού με ιδιαίτερη λογοτεχνική μαεστρία αναφέρεται στην Ριτσά και τα αμπέλια της. Πατώντας πάνω τον κένσορα κάθε σελίδα μεγενθύνεται και διαβάζεται εύκολα.










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες